Greek Meaning of incensurable
άψογος
Other Greek words related to άψογος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of incensurable
- incenter => εγγεγραμμένος κύκλος
- incentive => κίνητρο
- incentive option => Επιλογή κινήτρων
- incentive program => πρόγραμμα κινήτρων
- incentive scheme => πρόγραμμα κινήτρων
- incentive stock option => Εξωτερικό κίνητρο απόδοσης κι επιλογές εξάσκησης μετοχών
- incentively => Με κίνητρα
- inception => έναρξη
- inceptive => Αρχικός
- inceptor => ιθύνων νους
Definitions and Meaning of incensurable in English
incensurable (a.)
Not censurable.
FAQs About the word incensurable
άψογος
Not censurable.
No synonyms found.
No antonyms found.
incensory => Θυμιατό, incensories => θυμιατήριο, incensor => θυμιατήρι, incensive => ενθαρρυντικός, incension => ανάφλεξη,