Greek Meaning of in especial
κυρίως
Other Greek words related to κυρίως
Nearest Words of in especial
- in despite of => παρά
- in defiance of => παρά
- in deep water => σε βαθιά νερά
- in contrast (with) => σε αντίθεση με
- in contrast (to) => αντίθετα (με)
- in consequence => κατά συνέπεια
- in comparison (with) => σε σύγκριση (με)
- in comparison (to) => Σε σύγκριση με
- in commission => σε λειτουργία
- in clover => Στον παράδεισο
- in every corner => σε κάθε γωνιά
- in every quarter => σε κάθε τρίμηνο
- in fine fettle => σε άψογη κατάσταση
- in full career => σε πλήρη εξέλιξη
- in jeopardy => υπό αμφισβήτηση
- in lieu => αντί
- in no wise => σε καμία περίπτωση
- in one's blood => στο αίμα κάποιου
- in one's cups => μεθυσμένος
- in proportion => αναλογικός
Definitions and Meaning of in especial in English
in especial
specific, particular, close, intimate, relating to or unique to a certain person or thing, directed toward a particular individual, group, or end, in particular, highly distinctive or personal, being distinctive, of special note or importance, unusual, notable
FAQs About the word in especial
κυρίως
specific, particular, close, intimate, relating to or unique to a certain person or thing, directed toward a particular individual, group, or end, in particular
Ειδικά,ιδιαίτερα,ιδίως,συγκεκριμένα,ατομικά,προσωπικά
γενικά,ευρέως,ευρέως
in despite of => παρά, in defiance of => παρά, in deep water => σε βαθιά νερά, in contrast (with) => σε αντίθεση με, in contrast (to) => αντίθετα (με),