FAQs About the word imprecations

κατάρες

curse entry 2 sense 2, curse, the act of imprecating, curse entry 1 sense 1

κατάρα,κατάρες,αναθεματισμοί,απαγορεύσεις,λογοκρίνει,καταδίκες,Καταγγελίες,κατάρες,καταδίκες,αφορισμοί

ευλογίες,ευλογίες,ευλογίες,παραθέσεις,επαίνους,εγκρίσεις,εγκρίσεις

impoverishes => Φτωχαίνει, impostures => απατεώνες, imposts => φόροι, impostors => απατεώνες, impositions => επιβολές,