Greek Meaning of illegibly
δυσανάγνωστο
Other Greek words related to δυσανάγνωστο
Nearest Words of illegibly
- illegitimacy => νόθος
- illegitimate => νόθος
- illegitimate child => Μη νόμιμο παιδί
- illegitimate enterprise => παράνομη επιχείρηση
- illegitimated => νόθος
- illegitimately => παράνομα
- illegitimating => Απαράδεκτη νομιμοποίηση
- illegitimation => παρανομία
- illegitimatize => Απαλλοτριώνω
- ill-equipped => Κακώς εξοπλισμένος
Definitions and Meaning of illegibly in English
illegibly (r)
in an illegible manner
FAQs About the word illegibly
δυσανάγνωστο
in an illegible manner
Αδύναμος,δυσανάγνωστο,ασαφής,ασαφές,αποκρυπτογραφημένο,δυσανάγνωστος,ασαφής
Καθαρός,δίκαιο,Αναγνώσιμο,αναγνώσιμο,αποκρυπτογραφήσιμος
illegible => δυσανάγνωστος, illegibility => Δυσαναγνωσία, illegalness => παρανομία, illegally => παράνομα, illegalizing => παράνομα,