Greek Meaning of hush (up)

Σώπα

Other Greek words related to Σώπα

Definitions and Meaning of hush (up) in English

hush (up)

to be quiet

FAQs About the word hush (up)

Σώπα

to be quiet

κάλυμμα (πάνω),καταπιέζω,σιωπή,πνίγω,Διακοπή ρεύματος,Μπέρκ,λογοκριτής,φιμώτρο,Θρύλος,ακυρώσω

αποκαλύπτω,αποκαλύπτω,εκθέτω,αποκαλύπτω,εμφανίζομαι,λέω,αποκαλύπτουν,ξεσκεπάζω,κουτσομπολεύω,μετάδοση

husbands => σύζυγοι (sízygoi), hurts => πονάει, hurting (for) => οδυνηρός (για), hurtfully => Πονεμένα, hurt (for) => πληγώνω (για),