Greek Meaning of heterodoxy
ετεροδοξία
Other Greek words related to ετεροδοξία
Nearest Words of heterodoxy
- heterodoxal => ετερόδοξος
- heterodox => ετερόδοξος
- heterodont => ετερόδοντος
- heterodon => Ετερόδοντος
- heterodactylous => Ετεροδάκτυλος
- heterodactylae => Ετεροδάκτυλος
- heterodactyl foot => Ετερόδακτυλος πόδας
- heterodactyl => Ετερόδακτυλος
- heterocyst => ετερόκυστει
- heterocyclic ring => Ετεροκυκλικός δακτύλιος
- heterodromous => ετερόδρομος
- heterodyne => ετερόδυνος
- heterodyne oscillator => Ετεροδύνης ταλαντωτής
- heterodyne receiver => Υπερετεροδύνης δέκτης
- heteroecious => ετερόξενoς
- heterogamous => ετερόγαμος
- heterogamy => Ετερογαμία
- heterogangliate => Ετερογαγγλιώδες
- heterogene => Ετερογενής
- heterogeneal => ετερογενής
Definitions and Meaning of heterodoxy in English
heterodoxy (n)
any opinions or doctrines at variance with the official or orthodox position
the quality of being unorthodox
heterodoxy (n.)
An opinion or doctrine, or a system of doctrines, contrary to some established standard of faith, as the Scriptures, the creed or standards of a church, etc.; heresy.
FAQs About the word heterodoxy
ετεροδοξία
any opinions or doctrines at variance with the official or orthodox position, the quality of being unorthodoxAn opinion or doctrine, or a system of doctrines, c
διαφωνία,διαφωνία,Διαφωνία,σφάλμα,Ασυμβατότητα,Σχίσμα,αpostaσία,λιποταξία,παρέκκλιση,εκτροπή
συμμόρφωση,Ορθοδοξία,συμφωνία,Διάπλαση,συμβατικότητα
heterodoxal => ετερόδοξος, heterodox => ετερόδοξος, heterodont => ετερόδοντος, heterodon => Ετερόδοντος, heterodactylous => Ετεροδάκτυλος,