FAQs About the word griminess

βρωμιά

the state of being grimyThe state of being grimy.

Ντινγκ,σκοτεινότητα,βρωμιά,σκόνη,βρωμιά,βρωμιά,βρομιά,σκοτάδι,Χρώση,Ακαθαρσία

καθαριότητα,αγνότητα,Αιθρία

grimily => ζοφερά, grimes' golden => Grimes χρυσό, grime => βρωμιά, griman => μάσκα, grimalkin => Γριμάλκιν,