FAQs About the word grimaced

γκριμάτσα

Distorted; crabbed.

συνοφρυωμένος,glowered,συνοφρυώθηκε,χαμογέλασε με νόημα,χλεύασε,κοίταξε επίμονα,κοίταξε,γρύλισε,Έκανε μούτρα,έκανε μούτρα

χαμογέλασε,χαμογέλασε,ακτινοβόλος

grimace => Γκριμάτσα, grim reaper => Θάνατος, grim => ζοφερός, grilse => γκρίζας, grilly => ψητό,