Greek Meaning of get around (to)

φτάσω σε

Other Greek words related to φτάσω σε

Definitions and Meaning of get around (to) in English

get around (to)

to do or deal with (something that one has not yet done or dealt with)

FAQs About the word get around (to)

φτάσω σε

to do or deal with (something that one has not yet done or dealt with)

καταπιάνομαι (με),φτάνω (σε),υιοθετώ,Δημιουργήσετε,καθιερώστε,πατέρας,βρέθηκε,Ινστιτούτο,οργανώνω,πρωτοπόρος

σταματάω,ολοκληρωμένο,Συμπεραίνουμε,τέλος,τέλος,απόλυση,σταματάω,τερματισμός,εγκαταλείπω,κοντά

get after => πηγαίνω μετά, get a move on => Γρήγορα τώρα, get a load of => πάρτε ένα φορτίο, get a kick out of => απολαμβάνω, get a charge out of => λαμβάνω ένα τέλος από,