FAQs About the word garroted

στραγγαλισμένος

of Garrote

πνιγμένος,στραγγαλισμένος,πνιγμένος,στραγγαλισμένος,ασφυκτικός,πνιγμένος,πνιγηρός

αποκατεστημένος,αναβίωσε,αναζωογονημένος

garrote => γκαρότα, garrot => γκαρότα, garron => Άλογο, garrisoning => φρουρά, garrisoned => φρουρά,