FAQs About the word framable

Πλαισιώσιμο

Capable of being framed.

αρχιτεκτονική,πλαίσιο,Δομή,οπλισμός,Ρύθμιση παραμέτρων,ύφασμα,Καδράρισμα,υποδομή,σχήμα,όστρακο

κέντρο,πυρήν,καρδιά,εντός,μέσα,εσωτερικός,μέση,εσωτερικός

fraken => Φρανκενστάιν, fraised => φρεζαρισμένο, fraise => φράουλα, fraischeur => φρεσκάδα, frailty => ευθραυστότητα,