Greek Meaning of contour
περίγραμμα
Other Greek words related to περίγραμμα
Nearest Words of contour
- contour feather => φτερό περιγράμματος
- contour language => Γλώσσα με τόνους
- contour line => Υψομετρική καμπύλη
- contour map => Χάρτης περιγραμμάτων
- contour sheet => Χάρτης ισοϋψών
- contra => ενάντια
- contra danse => Αντάμωμα
- contraband => λαθραίο εμπόρευμα
- contrabandist => λαθρέμπορος
- contrabass => κοντραμπάσο
Definitions and Meaning of contour in English
contour (n)
a line drawn on a map connecting points of equal height
any spatial attributes (especially as defined by outline)
a feature (or the order or arrangement of features) of anything having a complex structure
contour (v)
form the contours of
FAQs About the word contour
περίγραμμα
a line drawn on a map connecting points of equal height, any spatial attributes (especially as defined by outline), a feature (or the order or arrangement of fe
περίγραμμα,σιλουέτα,σχήμα,καστ,Ρύθμιση παραμέτρων,Διαγράμμιση,σχήμα,φόρμα,πλαίσιο,το προφίλ
No antonyms found.
contortions => στρεβλώσεις, contortionist => Ακροβάτης που στρίβει το σώμα του, contortion => στρέβλωση, contorted => στρεβλωμένο, contort => στρίβω,