Greek Meaning of fix up
επισκευάζω
Other Greek words related to επισκευάζω
- βοήθεια
- συνθήκη
- θεραπεία
- ανακαινίζω
- θεραπεύω
- βοήθεια
- γενική επισκευή
- τσιρότο
- ανοικοδομώ
- ανακατασκευάζω
- ανακαινίζω
- Επισκευή
- Προσαρμόζω
- Σωστό
- γιατρός
- επισκευή
- βελτιώνω
- συντηρώ
- επισκευάζω
- Τροποποιώ
- ετοιμάζω
- Έτοιμος
- ανακατασκευάζω
- διορθώνω
- Αποκατάσταση
- Ανανεώνω
- ανακαινίζω (anakainízo)
- επαναφορά
- ανακαίνιση
- αναζωογονώ
- αναβιώνω
- δεξιά
- υπηρεσία
- φροντίδα
- βελτιώνω
- καλύτερος
- βελτιώνω
- εμπλουτίζω
- ανανεώνω
- βελτιώνω
- Μεταρρύθμιση
- Αναζωογονώ
- αναγεννώ
- αναζωογονώ
- ανανεώνω
Nearest Words of fix up
Definitions and Meaning of fix up in English
fix up (v)
find (something or someone) for
make arrangements for
FAQs About the word fix up
επισκευάζω
find (something or someone) for, make arrangements for
βοήθεια,συνθήκη,θεραπεία,ανακαινίζω,θεραπεύω,βοήθεια,γενική επισκευή,τσιρότο,ανοικοδομώ,ανακατασκευάζω
Σπάω,ζημιά,Ελάττωμα,βλάβη,πόνος,βλάπτω,τραυματίζω,ουλή,ερείπια,χαλάω
fix => επισκευή, five-year-old => πεντάχρονος, five-twenties => είκοσι πέντε, five-star admiral => Ναύαρχος πέντε αστέρων, five-spot => πέντε κηλίδες,