Greek Meaning of family tree

γενεαλογικό δέντρο

Other Greek words related to γενεαλογικό δέντρο

Definitions and Meaning of family tree in English

Wordnet

family tree (n)

successive generations of kin

FAQs About the word family tree

γενεαλογικό δέντρο

successive generations of kin

καταγωγή (katagogí),αναπαραγωγή,κατάβαση,οικογένεια,Γενεαλογία,γενιά,προέλευση,Γενεαλογικό δέντρο,γέννηση,Αίμα

παιδί,ζήτημα,απόγονος,απόγονοι,απόγονοι,σπόρος,κληρονόμος,Γιος,διάδοχος,κληρονόμος

family trapaceae => Οικογένεια φτελεών, family tragulidae => Μοσχοελάφια (tragulidae), family trachipteridae => Trachipteridae, family toxotidae => Οικογένεια Toxotidae, family tortricidae => Οικογένεια Tortricidae,