FAQs About the word fail-safe

ασφαλές σε περίπτωση αποτυχίας

a mechanism capable of returning to a safe state in case there is a failure or malfunction, guaranteed not to fail, eliminating danger by compensating automatic

Αλάθητος,αξιόπιστος,σίγουρος,απαραίτητο,βέβαιος,θανατηφόρος,αξιόπιστος,σίγουρα,αξιόπιστος,αλάθητος

αμφίβολος,αλάθητος,αμφισβητήσιμος,αβέβαιος

faille => φαίη, failing => αποτυχημένος, failed => απέτυχε, failance => αποτυχία, faience => Φαγεντιανή,