FAQs About the word erudition

εξεύρεση

profound scholarly knowledgeThe act of instructing; the result of thorough instruction; the state of being erudite or learned; the acquisitions gained by extens

εκπαίδευση,Γνώση,μάθηση,αλφαβητισμός,υποτροφία,εrudition,Πολιτισμός,διδαχή,Διαφωτισμός,πεζολογία

Άγνοια,αναλφαβητισμός,Λειτουργικός αναλφαβητισμός,αναλφαβητισμός

eruditeness => εξευγενισμός, eruditely => με πολυμάθεια, erudite => Ευρυμαθής, erudiate => εγγράμματος, eructation => Ρέψιμο,