Greek Meaning of equalizing
εξισώνοντας
Other Greek words related to εξισώνοντας
Nearest Words of equalizing
Definitions and Meaning of equalizing in English
equalizing (p. pr. & vb. n.)
of Equalize
FAQs About the word equalizing
εξισώνοντας
of Equalize
ρύθμιση,εξισορρόπηση,αντιστάθμιση,εξισώνοντας,ισοπέδωση,εξισορροπώντας,βραδιά,εξομάλυνση,φιλόξενος,αντισταθμίζω
αποσταθεροποιών
equalizer => ισοσταθμιστής, equalized => ίσο, equalize => ισοσταθμίζω, equalization => εξίσωση, equality state => Πολιτεία Ισότητας,