FAQs About the word ensnarl

Παγιδεύω

entangle or catch in (or as if in) a meshTo entangle.

Μπερδέματα,παγίδα,σύλληψη,να καλύψω την απόσταση,εμπλέκω,παγίδα,χαμένος -η -ο,παγίδα,πλέγμα,δίχτυ

σαφής,διαχωρίζω,Αποσυνδέω,ξεμπερδεύω,απελευθερώνω,δωρεάν,απελευθερώνω,ξεμπερδεύω

ensnare => παγίδα, enslaving => υποδουλωτικός, enslavement => δουλεία, enslavedness => δουλεία, enslaved => Δούλος,