Greek Meaning of drainer

στραγγιστήρι

Other Greek words related to στραγγιστήρι

Definitions and Meaning of drainer in English

Webster

drainer (n.)

One who, or that which, drains.

FAQs About the word drainer

στραγγιστήρι

One who, or that which, drains.

Αιμορραγώ,Σχεδίαση (απενεργοποίηση),άδειος,Αντλία,σιφόνι,Βρύση,Καθαρός,προσχέδιο,εκκενώνω,FLUSH

συμπληρώνω,μουλιάζω,πλύσιμο,νερό,λούζω,μουλιάζει,βρέχω,πνίγω,πλημμύρα,πλημμυρίζω

drained => στραγγισμένος, draine => στράγγισμα, drainboard => στραγγιστήρι, drainage system => σύστημα αποχέτευσης, drainage ditch => τάφρος αποστράγγισης,