Greek Meaning of domestic pigeon
Περιστέρι οικόσιτο
Other Greek words related to Περιστέρι οικόσιτο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of domestic pigeon
- domestic partner => συμβίος
- domestic llama => Εξημερωμένη λάμα
- domestic help => Οικιακή βοηθός
- domestic goat => Εγχώρια αίγα
- domestic fowl => Πουλερικά
- domestic flight => εσωτερική πτήση
- domestic dog => σκύλος
- domestic cat => κατοικίδια γάτα
- domestic ass => Γάιδαρος
- domestic animal => κατοικίδιο ζώο
- domestic prelate => τιμητικός παπικός προεστός
- domestic relations court => Δικαστήριο οικογενειακών υποθέσεων
- domestic science => Οικιακή οικονομία
- domestic sheep => Εγχώριο πρόβατο
- domestic silkworm moth => Μεταξοσκώληκας
- domestic violence => ενδοοικογενειακή βία
- domestical => εγχώριος
- domestically => Εγχώρια
- domesticant => εξημερωμένο
- domesticate => εξημερώνω
Definitions and Meaning of domestic pigeon in English
domestic pigeon (n)
domesticated pigeon raised for sport or food
FAQs About the word domestic pigeon
Περιστέρι οικόσιτο
domesticated pigeon raised for sport or food
No synonyms found.
No antonyms found.
domestic partner => συμβίος, domestic llama => Εξημερωμένη λάμα, domestic help => Οικιακή βοηθός, domestic goat => Εγχώρια αίγα, domestic fowl => Πουλερικά,