Greek Meaning of do–a
ντο-α
Other Greek words related to ντο-α
Nearest Words of do–a
Definitions and Meaning of do–a in English
FAQs About the word do–a
ντο-α
πηγαίνω,εξυπηρετώ,αρκετός,αρμόζω,αρμόζω,Πληρώνω το λογαριασμό,κατάλληλο,ταιριάζω στο σκοπό,ικανοποιώ,κοστούμι
ελαφρύ,σφίγγω
do. => κάνω, do work => δουλεύω, do well by => Φροντίζω καλά, do well => πηγαίνω καλά, do up => επισκευάζω,