FAQs About the word desilver

ασημώνω

To deprive of silver; as, to desilver lead.

No synonyms found.

No antonyms found.

designment => Σχεδίαση, designless => άσχεδιαστος, designing => σχεδιάζοντας, designful => προσεγμένος στο σχεδιασμό, designer drug => Σχεδιασμένο ναρκωτικό,