Greek Meaning of department of commerce
Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας
Other Greek words related to Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of department of commerce
- department of chemistry => Τμήμα Χημείας
- department of biology => Τμήμα Βιολογίας
- department of anthropology => Τμήμα Ανθρωπολογίας
- department of agriculture => Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
- department head => προϊστάμενος τμήματος
- department => τμήμα
- departing => αναχωρούντος
- departer => (αναχωρών)
- departed => αποθανών
- departable => αναχωρούν
- department of commerce and labor => Υπουργείο Εμπορίου και Εργασίας
- department of computer science => Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών
- department of corrections => Τμήμα Σωφρονισμού
- department of defense => Υπουργείο Εθνικής Άμυνας
- department of defense laboratory system => Σύστημα εργαστηρίων του υπουργείου Άμυνας
- department of economics => Τμήμα Οικονομικών
- department of education => Υπουργείο Παιδείας
- department of energy => Υπουργείο Ενέργειας
- department of energy intelligence => Τμήμα πληροφοριών για την ενέργεια
- department of english => Τμήμα Αγγλικών
Definitions and Meaning of department of commerce in English
department of commerce (n)
the United States federal department that promotes and administers domestic and foreign trade (including management of the census and the patent office); created in 1913
FAQs About the word department of commerce
Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας
the United States federal department that promotes and administers domestic and foreign trade (including management of the census and the patent office); create
No synonyms found.
No antonyms found.
department of chemistry => Τμήμα Χημείας, department of biology => Τμήμα Βιολογίας, department of anthropology => Τμήμα Ανθρωπολογίας, department of agriculture => Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, department head => προϊστάμενος τμήματος,