Greek Meaning of department of commerce and labor
Υπουργείο Εμπορίου και Εργασίας
Other Greek words related to Υπουργείο Εμπορίου και Εργασίας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of department of commerce and labor
- department of commerce => Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας
- department of chemistry => Τμήμα Χημείας
- department of biology => Τμήμα Βιολογίας
- department of anthropology => Τμήμα Ανθρωπολογίας
- department of agriculture => Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
- department head => προϊστάμενος τμήματος
- department => τμήμα
- departing => αναχωρούντος
- departer => (αναχωρών)
- departed => αποθανών
- department of computer science => Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών
- department of corrections => Τμήμα Σωφρονισμού
- department of defense => Υπουργείο Εθνικής Άμυνας
- department of defense laboratory system => Σύστημα εργαστηρίων του υπουργείου Άμυνας
- department of economics => Τμήμα Οικονομικών
- department of education => Υπουργείο Παιδείας
- department of energy => Υπουργείο Ενέργειας
- department of energy intelligence => Τμήμα πληροφοριών για την ενέργεια
- department of english => Τμήμα Αγγλικών
- department of health and human services => Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών
Definitions and Meaning of department of commerce and labor in English
department of commerce and labor (n)
a former executive department of the United States government; created in 1903 and split into two departments in 1913
FAQs About the word department of commerce and labor
Υπουργείο Εμπορίου και Εργασίας
a former executive department of the United States government; created in 1903 and split into two departments in 1913
No synonyms found.
No antonyms found.
department of commerce => Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, department of chemistry => Τμήμα Χημείας, department of biology => Τμήμα Βιολογίας, department of anthropology => Τμήμα Ανθρωπολογίας, department of agriculture => Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,