Greek Meaning of daydreamer

Ονειροπόλος

Other Greek words related to Ονειροπόλος

Definitions and Meaning of daydreamer in English

Wordnet

daydreamer (n)

someone who indulges in idle or absentminded daydreaming

Webster

daydreamer (n.)

One given to daydreams.

FAQs About the word daydreamer

Ονειροπόλος

someone who indulges in idle or absentminded daydreamingOne given to daydreams.

ονειροπόλος,Ιδεαλιστής,αισιόδοξος,Ρομαντικός,συναισθηματικός,Δον Κιχώτης,συναισθηματίας,Ονειροπόλος,ιδεολόγος.,ιδεολόγος

πραγματιστής.,ρεαλιστής,Κυνικός,ηττοπαθής,απαισιόδοξος,Εμπειριστής,σκληροτράχηλος

daydream => Ονειροπόληση, day-coal => φαιάνθρακας, daycare => Παιδικός σταθμός, day-by-day => μέρα με τη μέρα, daybreak => αυγή,