Greek Meaning of cystoid macular edema
Κυστική ωχροπαθητική βλεννογόνου
Other Greek words related to Κυστική ωχροπαθητική βλεννογόνου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cystoid macular edema
- cystocele => Κυστεοκήλη
- cystitis => Κυστίτιδα
- cystine => Κυστίνη
- cystic vein => κυστική φλέβα
- cystic mastitis => Κυστική μαστίτιδα
- cystic fibrosis transport regulator => Ρυθμιστής μεταφοράς κυστικής ίνωσης
- cystic fibrosis => κυστική ίνωση
- cystic breast disease => Ινώδης κύστη των μαστών
- cystic artery => Κυστική αρτηρία
- cystic => κυστικός
- cystolith => Κυστόλιθος
- cystoparalysis => Κυστεοπαράλυση
- cystophora => Βελουδοφόκα
- cystophora cristata => Κουκουλόφοκα
- cystoplegia => κυστοπληγία
- cystopteris => Άσπληνο
- cystopteris bulbifera => Καμπάνουλα με κρεμμύδια
- cystopteris fragilis => Κυστόπτερη η εύθραυστη
- cystopteris montana => Κυστόπτερη η ορεινή
- cytesis proliferus => Κυτταρική διαίρεση
Definitions and Meaning of cystoid macular edema in English
cystoid macular edema (n)
a specific pattern of swelling in the central retina
FAQs About the word cystoid macular edema
Κυστική ωχροπαθητική βλεννογόνου
a specific pattern of swelling in the central retina
No synonyms found.
No antonyms found.
cystocele => Κυστεοκήλη, cystitis => Κυστίτιδα, cystine => Κυστίνη, cystic vein => κυστική φλέβα, cystic mastitis => Κυστική μαστίτιδα,