Greek Meaning of crosscut
εγκάρσια τομή
Other Greek words related to εγκάρσια τομή
Nearest Words of crosscut
- crosscurrent => διασταύρωση
- cross-cultural => διαπολιτισμικός
- cross-country skiing => Χιονοδρομία αντοχής
- cross-country riding => Ιππασία εκτός δρόμου
- cross-country jumping => Άλμα εις μήκος σε ανώμαλο έδαφος
- cross-country => Ανώμαλος δρόμος
- cross-classification => Διασταυρωτή ταξινόμηση
- cross-check => Αντεξέταση
- crosscheck => αντιπαραβολή
- cross-buttock => σταυρωτός
Definitions and Meaning of crosscut in English
crosscut (n)
a diagonal path
a route shorter than the usual one
crosscut (v)
cut using a diagonal line
FAQs About the word crosscut
εγκάρσια τομή
a diagonal path, a route shorter than the usual one, cut using a diagonal line
χασάπης,σχίζω,κόβω,τομή,Σιδεροπρίονο,χαράζω,σκίζω,είδε,Ψαλίδι,διάτμηση
No antonyms found.
crosscurrent => διασταύρωση, cross-cultural => διαπολιτισμικός, cross-country skiing => Χιονοδρομία αντοχής, cross-country riding => Ιππασία εκτός δρόμου, cross-country jumping => Άλμα εις μήκος σε ανώμαλο έδαφος,