Greek Meaning of counterassault
αντε επίθεση
Other Greek words related to αντε επίθεση
Nearest Words of counterassault
- counteraggression => αντιεπιθετικότητα
- counteracting => αντιρρόπηση
- counteracted => εξουδετερώθηκε
- counteraccusation => αντεγκλήσεις
- countenancing => υποστηρίζοντας
- countenances => πρόσωπα
- countenanced => ανέχθηκε
- counted (up to) => μετρημένο (μέχρι)
- counted (out) => αποβλήθηκε
- counted (on or upon) => λογίζεται (σε ή επί)
- counterattacker => Αντεπιτιθέμενος
- counterbalancing => αντισταθμίζω
- counterblockade => αντεμποδισμός
- counterblows => αντεπιθέσεις
- counter-blows => αντεπιθέσεις
- counterclaims => αντέγγραφο
- counterconspiracies => αντισυνωμοσίες
- counter-conspiracies => αντισυνωμοσίες
- counterconspiracy => Αντίρρηση
- counterculturist => αντικουλτουριάρης
Definitions and Meaning of counterassault in English
counterassault
an assault undertaken in response to or in defense against an assault made by another
FAQs About the word counterassault
αντε επίθεση
an assault undertaken in response to or in defense against an assault made by another
αντεπίθεση,Αντεπίθεση,CounterStrike,Αστραπή,χρέωση,αντεπίθεση,προσβλητικό,επίθεση,Σάλι,εξόρμηση
No antonyms found.
counteraggression => αντιεπιθετικότητα, counteracting => αντιρρόπηση, counteracted => εξουδετερώθηκε, counteraccusation => αντεγκλήσεις, countenancing => υποστηρίζοντας,