Greek Meaning of cottontail rabbit
Μπουνί με ουρά από βαμβάκι
Other Greek words related to Μπουνί με ουρά από βαμβάκι
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cottontail rabbit
- cottontail => κουνέλι με ουρά από βαμβάκι
- cotton-seed tree => Βαμβακόδεντρο
- cottonseed oil => Έλαιο βαμβακόσπορου
- cottonseed meal => Αλεύρι σπόρου βαμβακιού
- cottonseed cake => Μπάλα από σπόρους βαμβακιού
- cottonseed => βαμβακόσπορος
- cottonmouth moccasin => Μοκασίνι με βαμβακερό στόμα
- cottonmouth => Μπούντραικ
- cotton wool => βαμβάκι
- cotton up => βαμβάκι επάνω
Definitions and Meaning of cottontail rabbit in English
cottontail rabbit (n)
common small rabbit of North America having greyish or brownish fur and a tail with a white underside; a host for Ixodes pacificus and Ixodes scapularis (Lyme disease ticks)
FAQs About the word cottontail rabbit
Μπουνί με ουρά από βαμβάκι
common small rabbit of North America having greyish or brownish fur and a tail with a white underside; a host for Ixodes pacificus and Ixodes scapularis (Lyme d
No synonyms found.
No antonyms found.
cottontail => κουνέλι με ουρά από βαμβάκι, cotton-seed tree => Βαμβακόδεντρο, cottonseed oil => Έλαιο βαμβακόσπορου, cottonseed meal => Αλεύρι σπόρου βαμβακιού, cottonseed cake => Μπάλα από σπόρους βαμβακιού,