Greek Meaning of copperhead
Χαλκοκεφαλή
Other Greek words related to Χαλκοκεφαλή
- οχιά
- Ανάκοντα
- ασπίδα
- μαύρο φίδι
- Μπόα
- Μπούσμαστερ
- κόμπρα
- Φίδι που στραγγαλίζει
- φίδι με ζαρτιέρες
- Κόμπρα
- μπάμπου
- Μοκασίνι
- python
- δρομέας
- κροταλίας
- Υδρόφιδο
- Μαύρος δρομέας
- Ιντιγκόφιδο
- Ταύρος φίδι
- Κόμπρα (Ελληνικά)
- Φίδι κοραλλιοειδές
- Μοκασίνι με βαμβακερό στόμα
- Διαμαντοκουδουνιάρα
- Λογχοκέφαλος
- Γκοφέρ φίδι
- Πράσινο φίδι
- Χοίροι με τη μύτη
- Κερασφόρος οχιά
- Ίντιγκο φίδι
- Βασιλική κόμπρα
- Βασιλικό φίδι
- Γαλατοφίδι
- δρομέας
- Εχίδνα
- Σαΐτα
- Σκαλίθρα η κοινή
- Θαλάσσιο φίδι
- Θαλάσσιο φίδι
- οχιά
- Φίδι
- Ταϊπάν
- Οχιά
- Μοκασίνι του νερού
- Τυφλή
- φίδι
Nearest Words of copperhead
- copper-bottomed => χαλκοπάτομο
- copper-bottom => Χάλκινος πάτος
- copper-base alloy => κράματα με βάση τον χαλκό
- copper sulphate => θειϊκός χαλκός
- copper sulfate => Θειικός χαλκός
- copper rockfish => χαλκόψαρο
- copper pyrites => Χαλκοπυρίτης
- copper oxide => Οξείδιο του χαλκού
- copper nose => Χάλκινη μύτη
- copper mine => Μεταλλείο χαλκού
Definitions and Meaning of copperhead in English
copperhead (n)
common coppery brown pit viper of upland eastern United States
venomous but sluggish reddish-brown snake of Australia
FAQs About the word copperhead
Χαλκοκεφαλή
common coppery brown pit viper of upland eastern United States, venomous but sluggish reddish-brown snake of Australia
οχιά,Ανάκοντα,ασπίδα,μαύρο φίδι,Μπόα,Μπούσμαστερ,κόμπρα,Φίδι που στραγγαλίζει,φίδι με ζαρτιέρες,Κόμπρα
No antonyms found.
copper-bottomed => χαλκοπάτομο, copper-bottom => Χάλκινος πάτος, copper-base alloy => κράματα με βάση τον χαλκό, copper sulphate => θειϊκός χαλκός, copper sulfate => Θειικός χαλκός,