Greek Meaning of copartner
Συνιδιοκτήτης
Other Greek words related to Συνιδιοκτήτης
Nearest Words of copartner
Definitions and Meaning of copartner in English
copartner (n)
a joint partner (as in a business enterprise)
FAQs About the word copartner
Συνιδιοκτήτης
a joint partner (as in a business enterprise)
Συνεργός,Σύμμαχος,Συνεργάτης,συνεργάτης,συνεργάτης,φίλος,φίλος,ομοσπονδία,Συνάδελφος,Σύντροφος
No antonyms found.
copalm => Κοπάλη, copalite => Κοπαλίτης, copaline => Κοπάλι, copal => Κόπαλ, copaiba balsam => Βάλσαμο κοπαΐβας,