FAQs About the word concenters

συγκεντρωτές

to draw or direct to a common center, to come to a common center

Συμπυκνώματα,ενοποιεί,ενσωματώνει,συγχωνεύει,ενώνει,κέντρα,συνδυάζει,συμπαγής,Συντεταγμένες,μειώνει

ξεχωριστά

concentering => συγκεντρωτικός, concentered => συγκεντρωμένος, conceiving => συλλαμβάνω, conceived => συλληφθεί, conceits => ιδέες,