Greek Meaning of collocation
συνδυασμός λέξεων
Other Greek words related to συνδυασμός λέξεων
Nearest Words of collocation
- collocate with => Είναι κολλοκάτο με
- collocate => τοποθετώ
- collocalia inexpectata => Μη αναμενόμενο σαλαγγάνι
- collocalia => Απόδημοι
- collision course => Πορεία σύγκρουσης
- collision => σύγκρουση
- collis potter huntington => Κόλλις Πότερ Χάντινγκτον
- collinsonia canadensis => Collinsonia canadensis
- collinsonia => Κολλινσόνια
- collinsia verna => Κολλινσία η εαρινή
Definitions and Meaning of collocation in English
collocation (n)
a grouping of words in a sentence
the act of positioning close together (or side by side)
FAQs About the word collocation
συνδυασμός λέξεων
a grouping of words in a sentence, the act of positioning close together (or side by side)
Φράση,έκφραση,φράση,αρχαϊσμός,νομίσματα,ιδιωματισμός,ευφημισμός,Γλωσσική μορφή,Δάνειο,μοντερνισμός
No antonyms found.
collocate with => Είναι κολλοκάτο με, collocate => τοποθετώ, collocalia inexpectata => Μη αναμενόμενο σαλαγγάνι, collocalia => Απόδημοι, collision course => Πορεία σύγκρουσης,