FAQs About the word coition

Definition not available

sexual activity between individuals, especially the insertion of a man's penis into a woman's vagina until orgasm and ejaculation occur

σχέσεις,αναπαραγωγή,εμπόριο,σύζευξη,σαρκικότητα,συνέδριο,Ξεκινώντας

No antonyms found.

coir => ίνες καρύδας, coinsure => Συνεισφέρων πλευρά, coinsurance => συνεισφορά, coin-operated => με κέρματα, coiner => νομισματοκόπος,