Greek Meaning of circumfluence
περίπλουν
Other Greek words related to περίπλουν
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of circumfluence
- circumflexion => περισπωμένη
- circumflexing => περιφερειακός
- circumflexed => περισπωμένος
- circumflex vein => φλέβα περιφερειακή
- circumflex scapular artery => Περιφερειακή ωμοπλατιαία αρτηρία
- circumflex iliac vein => Κινούμενη καμπύλη λαγόνια φλέβα
- circumflex iliac artery => Περιφερική ειλεοκολική αρτηρία
- circumflex humeral artery => Αρτηρία περιφερική βραχιονίου
- circumflex femoral vein => Περιφερικός μηριαίος φλέβας
- circumflex artery of the thigh => περιφερική αρτηρία του μηρού
Definitions and Meaning of circumfluence in English
circumfluence (n.)
A flowing round on all sides; an inclosing with a fluid.
FAQs About the word circumfluence
περίπλουν
A flowing round on all sides; an inclosing with a fluid.
No synonyms found.
No antonyms found.
circumflexion => περισπωμένη, circumflexing => περιφερειακός, circumflexed => περισπωμένος, circumflex vein => φλέβα περιφερειακή, circumflex scapular artery => Περιφερειακή ωμοπλατιαία αρτηρία,