Greek Meaning of cherisher

φύλακας

Other Greek words related to φύλακας

Definitions and Meaning of cherisher in English

Webster

cherisher (n.)

One who cherishes.

FAQs About the word cherisher

φύλακας

One who cherishes.

λατρεύω,αγάπη,κρατώ τη δάδα (για),ερωτεύομαι,ιδεατοποιώ,λατρεύω,σέβομαι,Λατρεία,λατρεύω,αγιοποιώ

καταφρονώ,εχθρεύω,αποδοκιμάζει (κάτι),Αντιπάθεια,δυσαρέστηση,καταριέμαι,δυσμένεια,αηδία,απωθώ,απωθώ

cherished => πολύτιμος, cherish => εκτιμώ, cherimoyer => Τσεριμόγια, cherimoya tree => Δέντρο ντορντώνας, cherimoya => Τσεριμόγια,