Greek Meaning of charmer
γοητευτής
Other Greek words related to γοητευτής
- Μάγος
- μάγος
- Μάγος
- Μάγισσα
- μάγος
- ταχυδακτυλουργός
- ταχυδακτυλουργός
- Μάγος
- μάγος
- μάγος
- Νεκρομάντης
- σαμάνος
- βουντού
- μάγος
- μάντης
- Μάγισσα
- εξορκιστής
- μάντης
- μάγισσα
- Δεκαεξαδικός
- γιάτρος
- αποκρυφιστής
- προγνώστης
- Προφήτης
- οραματιστής
- μάντης
- μάγισσα
- θαυματοποιός
- Θαυματουργός
- θεουργός
- βουντού
- Μάγος
- θαυματουργός
Nearest Words of charmer
- charmel => γοητευτικός
- charmed => γοητευμένος
- charm quark => κουάρκ γοητείας
- charm campaign => εκστρατεία γοητείας
- charm => γοητεία
- charlottetown => Σάρλοτ Τάουν
- charlotte russe => Σαρλότ ρουσ
- charlotte corday => Σαρλότ Κορντέ
- charlotte bronte => Σάρλοτ Μπροντέ
- charlotte anna perkins gilman => Σάρλοτ Άννα Πέρκινς Γκίλμαν
Definitions and Meaning of charmer in English
charmer (n)
someone with an assured and ingratiating manner
a person who charms others (usually by personal attractiveness)
charmer (n.)
One who charms, or has power to charm; one who uses the power of enchantment; a magician.
One who delights and attracts the affections.
FAQs About the word charmer
γοητευτής
someone with an assured and ingratiating manner, a person who charms others (usually by personal attractiveness)One who charms, or has power to charm; one who u
Μάγος,μάγος,Μάγος,Μάγισσα,μάγος,ταχυδακτυλουργός,ταχυδακτυλουργός,Μάγος,μάγος,μάγος
No antonyms found.
charmel => γοητευτικός, charmed => γοητευμένος, charm quark => κουάρκ γοητείας, charm campaign => εκστρατεία γοητείας, charm => γοητεία,