Greek Meaning of butlers
μπάτλερ
Other Greek words related to μπάτλερ
- κατοικίδια
- υπάλληλοι
- footmen
- γαμπροί
- φουκαράδες
- Καμαριέρες
- οικιακές βοηθοί
- ειδικευόμενοι
- τσιράκια
- υπηρέτριες
- υπηρέτες
- Υπηρέτες
- συγκρατητές
- υπηρέτες
- υπηρέτες
- αεροσυνοδοί
- χαλιναγωγούς
- βοηθοί
- συνοδοί
- Εφημερίδες
- ταγματαρίσκος
- υπηρέτριες
- υπηρέτριες
- Κυρίες των τιμών
- υπηρέτριες
- μπάτλερ
- άνδρες
- γυναίκες
- φίλοι
- τσιράκια
- δουλοπάροικοι
- δούλος των πάντων
- Ακόλουθοι
- γκόφερς
- Σκιουράκια εδάφους
Nearest Words of butlers
- butt (on or against) => Ενάντια
- butt heads => συγκρούονται τα κεφάλια τους
- butted (on or against) => χτύπησε (πάνω ή απέναντι)
- butted heads => Στοιβάζονται
- butted in => μπαίνει στη μέση
- buttered up => Βουτυρωμένο
- buttering up => Κολακεία
- buttes => βουνοκορφές
- butting heads => συγκρούονται
- butting in => Επέμβαση
Definitions and Meaning of butlers in English
butlers
the chief male servant of a household who has charge of other employees, receives guests, directs the serving of meals, and performs various personal services, a manservant having charge of the wines and liquors, a chief male household servant
FAQs About the word butlers
μπάτλερ
the chief male servant of a household who has charge of other employees, receives guests, directs the serving of meals, and performs various personal services,
κατοικίδια,υπάλληλοι,footmen,γαμπροί,φουκαράδες,Καμαριέρες,οικιακές βοηθοί,ειδικευόμενοι,τσιράκια,υπηρέτριες
αφεντικά,καπετάνιοι ,αρχηγοί,εργοδηγοί,κεφάλια,ηγέτες,Προστάται,πηδαλιούχοι,πείροι,δάσκαλοι
butchers => χασάπηδες, busts => Προτομές, bustles => Τουντούρια, busting => έκρηξη, busters => κυνηγοί φαντασμάτων,