Greek Meaning of bogged
ακινητοποιημένος
Other Greek words related to ακινητοποιημένος
Nearest Words of bogged
Definitions and Meaning of bogged in English
bogged (imp. & p. p.)
of Bog
FAQs About the word bogged
ακινητοποιημένος
of Bog
ψηνω,μπλέκω,ενεπλάκη,Μπερδέματα,παγίδα,Παγιδεύω,παγίδα,βάλτος,εμπλέκω,παγίδα
δωρεάν,απελευθερώνω,Απελευθέρωση,απελευθρώνω
boggard => Μπόγκαρντ, bogeys => μπόγκις, bogeyman => μπουγκής, bogey => μπόγκι, bogberry => Μύρτιλλο,