Greek Meaning of big brother

Μεγάλος αδερφός

Other Greek words related to Μεγάλος αδερφός

Definitions and Meaning of big brother in English

Wordnet

big brother (n)

a totalitarian leader and invader of privacy

an older brother

FAQs About the word big brother

Μεγάλος αδερφός

a totalitarian leader and invader of privacy, an older brother

Μεγαλοαδερφισμός,κομμουνισμός,δικτατορία,Φασισμός,τσαρισμός,Τυραννία,τσαρισμός,απόλυτη μοναρχία,αυτάρκεια,αυταρχισμός

Δημοκρατία,ελευθερία,Αυτονομία,Αυτοδιάθεση,αυτοδιοίκηση,Αυτοδιοίκηση,Αυτοδιοίκηση,Κυριαρχία,κυριαρχία

big board => μεγάλη πλακέτα, big blue => Μεγάλο μπλε, big bill tilden => Μπιλ Τίλντεν, big bill haywood => Μπιγκ Μπιλ Χέιγουντ, big bend state => Πολιτεία του Μπιγκ Μπεντ,