Greek Meaning of aquiculture
Υδατοκαλλιέργεια
Other Greek words related to Υδατοκαλλιέργεια
Nearest Words of aquiculture
- aquicultural => υδατοκαλλιεργητικός
- aqueousness => Υδατοχρώματα
- aqueous solution => Υδατικό διάλυμα
- aqueous humour => υδατοειδής χυμός
- aqueous humor => υδατοειδές υγρό
- aqueous => Υδατώδης
- aqueity => υγρασία
- aqueductus cerebri => Υδραγωγός των εγκεφαλικών κοιλιών
- aqueduct => υδραγωγείο
- aquavit => Ακουαβίτ
Definitions and Meaning of aquiculture in English
aquiculture (n)
a technique of growing plants (without soil) in water containing dissolved nutrients
FAQs About the word aquiculture
Υδατοκαλλιέργεια
a technique of growing plants (without soil) in water containing dissolved nutrients
γεωργία,καλλιέργεια,γεωργία,Υδροπονία,αγροεπιχειρήσεις,αγροδασοπονία,αγρονομία,Πολιτισμός,αγροτικές εργασίες,Κηπουρική
No antonyms found.
aquicultural => υδατοκαλλιεργητικός, aqueousness => Υδατοχρώματα, aqueous solution => Υδατικό διάλυμα, aqueous humour => υδατοειδής χυμός, aqueous humor => υδατοειδές υγρό,