Greek Meaning of annuities
Συντάξεις
Other Greek words related to Συντάξεις
Nearest Words of annuities
- annuity => ετήσια παροχή
- annuity in advance => προκαταβολή συνταξιοδότησης
- annul => ακυρώνω
- annular => Δακτυλιοειδής
- annular eclipse => Δακτυλιοειδής έκλειψη
- annular scotoma => Δακτυλιοειδές σκότωμα
- annularity => εγγύτητα
- annularry => δακτυλιοειδής
- annulary => δακτυλιοειδής
- annulata => δακτυλιοειδής
Definitions and Meaning of annuities in English
annuities (pl.)
of Annuity
FAQs About the word annuities
Συντάξεις
of Annuity
κλήροι,επιχορηγήσεις,επιδοτήσεις,κατανομές,επιδόματα,πιστώσεις,κληροδοτήματα,δικαιώματα,κεφάλαια,Επιδοτήσεις
No antonyms found.
annuitant => συνταξιούχος, annuent => συγκαταβατικός, annueler => ακυρώνω, annuary => ετήσια έκδοση, annualry => ετήσια,