FAQs About the word anchoret

ερημίτης

Alt. of Anchorite

ερημίτης,ερημίτης,μοναχικός,ερημίτης,απομονώνω

κουτσομπόλα,κοινωνικοποιητής

anchoress => εγκλείστρια, anchored => αγκυροβολημένος, anchorate => άγκυρα, anchorage ground => Αγκυροβόλιον, anchorage => αγκυροβόλιο,