Greek Meaning of alertly

με εγρήγορση

Other Greek words related to με εγρήγορση

Definitions and Meaning of alertly in English

Wordnet

alertly (r)

in mentally perceptive and responsive way

Webster

alertly (adv.)

In an alert manner; nimbly.

FAQs About the word alertly

με εγρήγορση

in mentally perceptive and responsive wayIn an alert manner; nimbly.

προειδοποίηση,Νουθεσία,νουθεσία,συμβουλή,συναγερμός,ξυπνητήρι,προσοχή,προειδοποίηση,προσοχή,Ενημέρωση

αφηρημάδα,απορρόφηση,αφαίρεση,Ονειροπόλημα ξύπνιοι,ζάλη,περισπασμός,αφοσίωση,λήθη,απασχόληση,Άγνοια

alerting => ειδοποίηση, alert => συναγερμός, aleppo grass => Χόρτο του Αλεππο, aleppo boil => Βράδυ του Αλέπου, aleppo => Χαλέπι,