FAQs About the word yuck

ουάι

To itch., To scratch.

μπου,αρουραίοι,γιούχου,ουάι,φου,φου,Φτου,κακά,,αχ

νιαμ-νιαμ

yucca whipplei => Yucca whipplei, yucca smalliana => γιούκα σμαλιανά, yucca gloriosa => Υούκα η ένδοξη, yucca filamentosa => Γιούκα το νηματοειδές, yucca elata => Yucca elata,