FAQs About the word wisher

ευχόμενος

One who wishes or desires; one who expresses a wish.

επιβάλλω,επιβάλλω,συνεπάγεσθαι,ξεφορτώνομαι,επιβάλλω,δύναμη,Φοίνικας,ξεφορτώνομαι,εξαπατώ,πλαστό

καταφρονώ,πτώση,αρνούμαι,απορρίπτω,καταριέμαι,περιφρονώ

wishedly => ευχητικά, wished-for => Επιθυμητό, wished => ήθελε, wishbone => περόνη, wishable => επιθυμητός,