FAQs About the word widens

διευρύνει

to become wide or wider, to increase the width, scope, or extent of, to make or become wide or wider

διευρύνει,επεκτείνεται,ενοποιεί,επιμηκύνει,βελτιώνει,μεγαλώνει,επεκτείνει,επιμηκύνει,αυξάνει,μεγεθύνει

συσφίγγει,μειώνει,μειώνει,λιγότερο,μειώνει,εξασθενεί,χαμήλωσε τους τόνους,υποτάσσει

widdershins => ανάποδα, wickets => πύλες, whys => ΓΙΑΤΙ, whups => Ωχ!, whupping => ξυλοδαρμός,