Greek Meaning of whiplash injury
Τραυματισμός μαστιγίου
Other Greek words related to Τραυματισμός μαστιγίου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of whiplash injury
- whiplash => τραυματισμός από μαστίγωμα
- whipgrafting => Εντερισμός με μαστίγωση
- whipgrafted => εμβολιασμένο με μαστίγιο
- whipgraft => Εμβολιασμός με μαστίγιο
- whipcord => μαστίγιο
- whip up => Χτυπάω
- whip top => μαστίγιο
- whip through => Περνάω σαν αστραπή
- whip snake => μαστιγοφόρος
- whip scorpion => Σκορπιός μαστιγίας
Definitions and Meaning of whiplash injury in English
whiplash injury (n)
an injury to the neck (the cervical vertebrae) resulting from rapid acceleration or deceleration (as in an automobile accident)
FAQs About the word whiplash injury
Τραυματισμός μαστιγίου
an injury to the neck (the cervical vertebrae) resulting from rapid acceleration or deceleration (as in an automobile accident)
No synonyms found.
No antonyms found.
whiplash => τραυματισμός από μαστίγωμα, whipgrafting => Εντερισμός με μαστίγωση, whipgrafted => εμβολιασμένο με μαστίγιο, whipgraft => Εμβολιασμός με μαστίγιο, whipcord => μαστίγιο,