Greek Meaning of whip top
μαστίγιο
Other Greek words related to μαστίγιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of whip top
- whip up => Χτυπάω
- whipcord => μαστίγιο
- whipgraft => Εμβολιασμός με μαστίγιο
- whipgrafted => εμβολιασμένο με μαστίγιο
- whipgrafting => Εντερισμός με μαστίγωση
- whiplash => τραυματισμός από μαστίγωμα
- whiplash injury => Τραυματισμός μαστιγίου
- whiplike => μαστιγωτός
- whipparee => Γουίπαρι
- whipped => χτυπημένος
Definitions and Meaning of whip top in English
whip top (n)
a top that is spun by whipping
FAQs About the word whip top
μαστίγιο
a top that is spun by whipping
No synonyms found.
No antonyms found.
whip through => Περνάω σαν αστραπή, whip snake => μαστιγοφόρος, whip scorpion => Σκορπιός μαστιγίας, whip hand => Πλεονέκτημα, whip => μαστίγιο,