FAQs About the word weared

φθαρμένος

of Wear

Σπάω,προτομή,αποχέτευση,εξάτμιση,ελαστικό,κουρασμένος,Επαγγελματική εξουθένωση,κούραση,εξαντλώ,Παρακώλυση

ενεργοποιώ,ενεργοποιώ,χαλάρωσε,ανάπαυση,ενισχύω,αναζωογονώ,αναζωογονώ,χαλαρώνω,ζωογονώ

wearable => Φορητό, wear upon => φορώ, wear thin => φορέστε λεπτά ρούχα, wear the trousers => φοράει τα παντελόνια, wear ship => Φορητό πλοίο,